- ξενοφανής
- I
(β’ μισό 6ου αι. π.Χ. – α’ μισό 5ου αι. π.Χ.). Ποιητής και φιλόσοφος που γεννήθηκε στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας. Φεύγοντας από την πατρίδα του μετά την περσική κατάκτηση, ταξίδεψε πολύ ασκώντας το επάγγελμα του ραψωδού και εγκαταστάθηκε στην Ελέα, ελληνική αποικία στις τυρρηνικές ακτές της Λευκανίας. Έγραψε διάφορα ποιήματα για την Ίδρυση της Κολοφώνος και για τον Αποικισμό της Ελέας, έπειτα ελεγείες, «σίλλους» (σατιρικά ποιήματα) και ένα φιλοσοφικό ποίημα στο οποίο δόθηκε ο συνηθισμένος τίτλος Περί φύσεως.Από τα λιγοστά αποσπάσματα που διασώθηκαν μπορούμε να αναπλάσουμε την τολμηρή και οξεία κριτική του ανθρωπομορφισμού της ελληνικής θρησκείας: αν τα ζώα μπορούσαν να σχεδιάσουν, λέει ο Ξ., θα έδιναν στους θεούς μορφή ζώων: ο καθένας παριστάνει τους θεούς του κατ’ εικόνα και ομοίωση του. Σε αυτή τη λαϊκή θρησκεία (για την οποία ο Ξ. δεν δίστασε να κατακρίνει αυστηρά ποιητές σαν τον Όμηρο και τον Ησίοδο), αντιτάσσεται μια αρκετά υψηλή αντίληψη του θείου: μόνο, ακίνητο, ικανό να πραγματοποιήσει τα πάντα με μόνη τη δύναμη του πνεύματος του. Στον Ξ. ανήκει πιθανότατα η πρώτη διατύπωση της θείας παντοδυναμίας. Κατά πόσο όμως αυτός ο θεός τοποθετούνταν από τον Ξ. έξω από τον κόσμο ή ταυτιζόταν με αυτόν, είναι αδύνατο να διαπιστωθεί με βεβαιότητα. Βέβαιο αντίθετα φαίνεται πως δεν υπήρχαν σχέσεις σχολής μεταξύ του Ξ. και του Παρμενίδη και των ελεατών. Στα ποιητικά του αποσπάσματα δείχνει την ίδια περιφρόνηση, όταν καταδικάζει τους αθλητικούς αγώνες, που τόσο εκτιμούσαν οι Έλληνες, και όταν αντιτάσσει τη γνώση στη δύναμη. Το ωραιότερο απόσπασμά του περιγράφει ένα εύθυμο φιλοσοφικό συμπόσιο.IIΠεριοδικό (1904 – 1910). Ιδρύθηκε από τον σύλλογο Μικρασιατών Ανατολή, με έδρα την Αθήνα. Στις σελίδες του υπάρχουν αξιόλογες ιστορικές, τοπογραφικές και αρχαιολογικές μελέτες για τη Μικρά Ασία.* * *-ές (Μ ξενοφανής, -ές)καινοφανής, παράξενος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξένος + -φανής (< φαίνω / φαίνομαι), πρβλ. σπουδαιο-φανής].
Dictionary of Greek. 2013.